Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι απ' όλα τα πράγματα που μπορεί να κάνει κάποιος στη βραδυνή του έξοδο, το σινεμά είναι εκείνος ο τρόπος διασκέδασης που δεν λείπει από το... μενού κανενός μας, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, μόρφωσης ή οικονομικής δυνατότητας. Η κινηματογραφική εμπειρία είναι τόσο συναρπαστική από μόνη της, που... ακόμη και κακές ταινίες τις παρακολουθούμε με ανοχή, πόσο μάλλον τις καλές ή τις πραγματικά καλές. Το σινεμά προσφέρει πάντοτε κάτι το απροσδιόριστα μαγικό, σ' αυτό δεν χωρά αμφιβολία. Ε, λοιπόν, αξίζει να αναρωτηθεί κανείς το εξής: αν ο κινηματογράφος είναι τόσο απολαυστικός όταν τον βιώνουμε σε ώρα που ορίζεται από άλλους, με ταινία που ενδέχεται να είναι και μέτρια ή κακή, μ' ένα σωρό αγνώστους και ενίοτε... εκνευριστικούς ανθρώπους γύρω μας, υπάρχει καμία περίπτωση να μην είναι απολαυστικός όταν τον βιώνουμε με τους δικούς μας όρους;
Αυτή είναι, εν ολίγοις, η έννοια του home cinema ως όρου: η μεταφορά της αγαπημένης κινηματογραφικής αίσθησης στο οικιακό περιβάλλον, όπου μπορούμε να διαλέξουμε εμείς τί θα δούμε, πότε και με ποιούς. Κάποτε αυτή η μεταφορά ήταν αδιανόητο ακόμη και να συνταχθεί σοβαρά σε πρόταση, καθώς η τεχνολογία εικόνας και ήχου που είχαμε διαθέσιμη ως καταναλωτές δεν πλησίαζε ούτε στο... χιλιόμετρο αυτά που οι κινηματογραφικές αίθουσες είχαν να προσφέρουν. Ούτε η βιντεοκασέτα, ούτε το CD, ούτε το DVD μπορούσαν να αποδώσουν - με οποιοδήποτε μέσο προβολής και οποιοδήποτε ηχοσύστημα - ήχο και εικόνα τέτοιου επιπέδου, ώστε να είχαμε την... ψευδαίσθηση έστω πως βιώναμε κάτι συγκρίσιμο. Όλα αυτά μέχρι πριν από μερικά χρόνια, όμως, αφού στις αρχές του 21ου αιώνα το τεχνολογικό χάσμα άρχισε να γεφυρώνεται, με θεαματικά αποτελέσματα. Έστω κι αν αυτά κόστιζαν περισσότερο απ' όσο οι πιο πολλοί από μας μπορούσαν να διαθέσουν.
Και σήμερα, έχοντας ήδη ξεπεράσει το πρώτο στάδιο διείσδυσης της υψηλής ευκρίνειας (με τον αργό ρυθμό και τα προβλήματα που πάντοτε συνοδεύουν τα... baby steps), περνάμε σιγά-σιγά στο δεύτερο στάδιο, αυτό της αποδοχής του high definition από το ευρύ κοινό. Kι εδώ αρχίζει η αληθινά συναρπαστική διαδρομή, καθώς η τεχνολογία των home cinema όχι απλώς δεν είναι πια κατώτερη των κινηματογραφικών αιθουσών, αλλά σε συγκεκριμένα πράγματα πρακτικά ανώτερη. Επιτέλους μπορούμε να έχουμε τη μαγική κινηματογραφική εμπειρία στο σπίτι όπως τη φανταζόμασταν, όχι με ημίμετρα. Η αγορά, όμως, είναι λαβύρινθος: χιλιάδες ανταγωνιστικά προϊόντα, τεχνολογίες δυσνόητες πίσω από αυτά, καθώς και μια σειρά από πρακτικά πράγματα που πρέπει να ξέρει κανείς ώστε να "στήσει" ένα σύστημα home cinema σωστά κι όχι απλώς να ξοδέψει χιλιάδες ευρώ... προσπαθώντας.
Εδώ μπορούμε να βοηθήσουμε. Στις επόμενες σελίδες το αθηνόραμαdigital.gr έχει συγκεντρώσει πρακτικές συμβουλές μέσα από τις οποίες το κοινό του θα μπορέσει να αποφασίσει τί ταιριάζει περισσότερο στις απαιτήσεις και τα διαθέσιμα χρήματά του. Έχουμε επίσης συγκεντρώσει τις προτάσεις μας για "σετ" συστημάτων home cinema, σε πέντε διαφορετικές ζώνες τιμών, τα οποία διαμορφώνουμε και ανανεώνουμε παρακολουθώντας τις νέες κυκλοφορίες στις σχετικές κατηγορίες προϊόντων. Οι αλλαγές αυτές είναι συχνές, οπότε και οι συνδυασμοί προϊόντων που προτείνουμε προσαρμόζονται ανάλογα. Όπως πάντοτε, είμαστε ανοιχτοί σε ερωτήσεις και προτάσεις για τις επιλογές που κάνουμε, τόσο από το κοινό, όσο και από τις εταιρείες του χώρου. Ξεκινάμε;
Αντικειμενικός σκοπός αυτού του οδηγού είναι να βοηθήσει, με τις επιλογές που κάνει και τις εναλλακτικές που προτείνει, κάθε ενδιαφερόμενο να αποφασίσει σχετικά με το πόσα, και πώς, θα ξοδέψει για το home cinema που επιθυμεί. Πριν καν τεθεί θέμα... budget, ωστόσο, υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να έχει κανείς ούτως ή άλλως στα υπόψιν πριν ξεκινήσει για τα καταστήματα. Αυτά τα στοιχεία είναι πάρα πολλά για να αναλυθούν εδώ στο σύνολό τους, συγκεντρώσαμε ωστόσο κάποια χαρακτηριστικά και τα παραθέτουμε. Στην πορεία του και την επικοινωνία του με το κοινό, το αθηνόραμαdigital.gr είναι βέβαιο ότι θα συγκεντρώσει κι άλλα τέτοια στοιχεία ως ερωτήσεις/απαντήσεις, για την ώρα ωστόσο οι γενικές αυτές συμβουλές είναι σαφώς χρήσιμες. Ας τις δούμε μία-μία:
Πρώτα απ' όλα, ο χώρος
Καθόλου ασύνηθες το φαινόμενο στην Ελλάδα και... όσο νωρίτερα εκλείψει, τόσο καλύτερα: κόσμος που απλώς βγαίνει έξω στα καταστήματα και αγοράζει τηλεοράσεις, ηχοσυστήματα, ηχεία και όλα τα σχετικά, χωρίς να έχει πρώτα ρίξει μια ματιά προσεκτική στο χώρο όπου θα τοποθετηθούν. Από ποια απόσταση θα παρακολουθείτε την οθόνη της τηλεόρασης ή το πανί του προβολέα; Η θέση της οθόνης ποια θα είναι σε σχέση με το φωτισμό, φυσικό και τεχνητό; Είναι αρκετά μεγάλο το δωμάτιο για να αξιοποιήσει τα ηχεία που θέλετε ή ο ήχος θα "πνίγεται" και... στράφι κι αυτά και ο super ενισχυτής; Οι νέες συσκευές θα συνδυαστούν με υπάρχουσα επίπλωση ή θα πρέπει να αγοραστεί ειδικό έπιπλο, που χρειάζεται επίσης χώρο; Όλες αυτές και ακόμη περισσότερες ερωτήσεις καλό θα είναι να έχουν απαντηθεί πριν ξεκινήσει κανείς καν να σκέφτεται αγορά συγκεκριμένων συσκευών και μοντέλων - σε αντίθετη περίπτωση είτε θα σπαταληθούν χρήματα άσκοπα είτε οι απρόσεκτες επιλογές θα αποδειχθούν ανεπαρκείς σε βάθος χρόνου. Δεν θέλουμε κανένα από αυτά τα δύο, προφανώς!
Ισορροπίες, ισορροπίες
Άλλο φαινόμενο που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό: η εμμονή του κοινού σχεδόν αποκλειστικά με την εικόνα. Οι καταναλωτές δείχνουν να θεωρούν πως το μέσο προβολής ενός home cinema είναι τόσο σημαντικότερο από τα υπόλοιπα, ώστε να αξίζει η υποβάθμιση του ηχοσυστήματος ή και των πηγών προς όφελος μιας εντυπωσιακής τηλεόρασης ή ενός πανάκριβου προβολέα. Πρόκειται για λάθος μεγάλο. Μπορεί η εικόνα να είναι αυτή που τείνει να τραβά την προσοχή, ναι, αλλά ο ήχος είναι εξίσου σημαντικός και συμμετέχει στην απόδοση της κινηματογραφικής αίσθησης πολύ περισσότερο απ' όσο δείχνει να συνειδητοποιεί μεγάλο ποσοστό του κοινού. Έχει νόημα να αποφύγει κανείς αυτήν την παγίδα και να προσπαθήσει να ισορροπήσει τα διαθέσιμα χρήματα ανάμεσα στο μέσο προβολής, τον ενισχυτή, τα ηχεία και τις πηγές αναπαραγωγής. Κάθε άλλη προσέγγιση απλώς μειώνει την κινηματογραφική αίσθηση που επιδιώκουμε.
Το λογότυπο δεν είναι λόγος
Ναι, ναι... το ξέρουμε πως υπάρχει αρκετός κόσμος εκεί έξω που είναι πραγματικός "οπαδός" συγκεκριμένων εταιρειών, έχοντας πιθανώς τιμήσει πολλά προϊόντα τους στο παρελθόν και μείνει ικανοποιημένος ή αγαπώντας τη φιλοσοφία με την οποία κινούνται και λειτουργούν γενικότερα. Το σεβόμαστε. Στον κόσμο του home cinema, όμως, τα πράγματα είναι μάλλον διαφορετικά και ίσως περισσότερο περίπλοκα. Δεν υπάρχει πλέον η... εταιρεία-μεσσίας, που ο,τιδήποτε παρουσιάζει είναι τέλειο, ούτε η εταιρεία-loser, η οποία κυκλοφορεί συνεχώς μέτρια προϊόντα. Όλες οι εταιρείες πλέον έχουν να επιδείξουν στις προϊοντικές τους σειρές καλά ή πάρα πολύ καλά ή εξαιρετικά μοντέλα, αλλά και μέτρια ή ακόμη και κακά μοντέλα, ανάλογα με το πού έχουν γίνει συμβιβασμοί για να επιτευχθεί μια συγκεκριμένη τιμή πώλησης. Αυτό που είναι προτιμότερο να επιλέξει ο καταναλωτής, στο πλαίσιο της έρευνας αγοράς που οφείλει να κάνει, είναι να ξεχωρίσει στην προϊοντική κατηγορία που τον ενδιαφέρει το προϊόν που θεωρείται καλύτερο στην δεδομένη στιγμή και καλύπτει τις ανάγκες του. Δεν υπάρχει, επίσης, τίποτε αρνητικό στο να επιλέξει κανείς ενισχυτή από άλλη εταιρεία, ηχεία από άλλη, player από άλλη και τηλεόραση από άλλη εταιρεία - έστω κι αν τα "πακέτα" συσκευών που κατά καιρούς εμφανίζονται είναι δελεαστικά. Ο εκλεκτικός, ας μην ξεχνάμε, κερδίζει πάντα.
Το χέρι στην τσέπη... όσο πάει
Ακούγεται μάλλον γενικόλογη ως συμβουλή - και θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι ισχύει για την αγορά όλων των προϊόντων τεχνολογίας και όχι μόνο του home cinema - αλλά δεν παύει να αποδεικνύεται σημαντική ξανά και ξανά: όταν αποφασίζει κανείς να προβεί σε αγορά συσκευών οικιακού κινηματογράφου, έχει νόημα να αγοράσει ό,τι καλύτερο μπορεί στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο. Να προτιμήσει κανείς προϊόντα ολοφάνερα κατώτερα από άλλα για να εξοικονομήσει χρήματα είναι πάντοτε ένας πειρασμός που καραδοκεί, όμως πρόκειται για επιλογές που μεσοπρόθεσμα (και σίγουρα μακροπρόθεσμα) μετανοιώνει στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων. Αυτές οι επιλογές, φυσικά, "διορθώνονται" μόνο με νέες αγορές, καθιστώντας τις προηγούμενες στην ουσία άστοχες και "πεταμένα λεφτά". Αυτό αφορά όχι μόνο το... προφανές, τις τηλεοράσεις (όπου πολλές προσφορές οδηγούν τον κόσμο πολύ συχνά σε κακές επιλογές), αλλά κυρίως άλλα υποσυστήματα υποδομής, όπως τον ενισχυτή ή/και τα ηχεία, στα οποία αξίζει να δοθεί βάση από την αρχή. Κακά τα ψέματα, ο,τιδήποτε αγοραστεί με χρονικό ορίζοντα κάποιων ετών πρέπει να διαρκέσει τουλάχιστον τόσο. Αν απογοητευτεί κανείς γρήγορα με τις συσκευές που αγόρασε, μόνο απόλαυση δεν θα αντλήσει από αυτές από κει και πέρα. Γι' αυτό αγορές με κάποια... τόλμη, έστω κι αν αυτό σημαίνει και λίγο χρόνο αναμονής παραπάνω για τη σχετική "αποταμίευση". Η φτήνια τρώει τον παρά, το έλεγαν παλιότερα!
Υπάρχουν κι οι επαγγελματίες
Κάτι που στο εξωτερικό θεωρείται από τα σημαντικότερα στοιχεία της αγοράς του home cinema, ενώ στην Ελλάδα... αγνοείται επιδεικτικά, είναι η ειδίκευση συγκεκριμένων εταιρειών στις εγκαταστάσεις ακριβώς τέτοιων συστημάτων. Οι εγκαταστάτες έχουν εμπειρία στους σωστούς συνδυασμούς συσκευών και τη ρύθμισή τους, στην ηχητική συμπεριφορά διαφόρων χώρων, την επίδραση υλικών και διαρρύθμισης στην απόδοση ενός home cinema, αλλά και στο γενικότερο "στήσιμο" ενός οικιακού κινηματογράφου σύμφωνα με τις ανάγκες του πελάτη. Ενδείκνυται έως επιβάλλεται να συνεργαστεί κανείς με μία εταιρεία που ειδικεύεται στις εγκαταστάσεις home cinema, ειδικά αν σκοπεύει να επενδύσει σ' ένα σύστημα αξίας αρκετών χιλιάδων ευρώ: η ακουστική μελέτη, οι προσεκτικές ρυθμίσεις των συσκευών και η προσαρμογή του εξοπλισμού στο δεδομένο χώρο όπου θα χρησιμοποιηθεί είναι υπηρεσίες που "αξίζουν τα λεφτά τους" πέρα από κάθε αμφιβολία. Ενδέχεται, δε, να συμφέρει και οικονομικά να προμηθευτεί όλο τον εξοπλισμό κανείς από μία τέτοια εταιρεία: το όλο "πακέτο" αγοράς συσκευών, μελέτης, εγκατάστασης και ρυθμίσεων, συχνά κινείται σε ανταγωνιστικότατα επίπεδα σε σχέση με το σενάριο "αγοράζω κάθε τί ξεχωριστά και τα τοποθετώ μόνος μου". Και φυσικά εγγυάται σε μεγάλο βαθμό πως όλα θα γίνουν σωστά, όχι... "όπως να' ναι".
Έχοντας στα υπόψιν τα παραπάνω - και φυσικά το χρηματικό ποσό που προτίθεται να διαθέσει για την αγορά ενός συστήματος οικιακού κινηματογράφου - μπορεί κανείς να αξιοποιήσει και τις προτάσεις μας όπως παρουσιάζονται στις επόμενες σελίδες.
Ξεκινώντας τη σύνταξη αυτού του οδηγού αγοράς, είχαμε πολλές συζητήσεις, διαφωνίες, επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα όταν αποφασίζαμε για το πού ακριβώς θα "χαράξουμε τη γραμμή" του εισαγωγικού συστήματος home cinema: τη γραμμή εκείνη που χαράζουν οι περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες, στο όνομα της οποίας όμως κινδυνεύουν να γίνουν τόσοι συμβιβασμοί, ώστε η έννοια του κινηματογράφου στο σπίτι να χάσει τη σημασία της. Με άλλα λόγια: πόσα είναι τα λιγότερα δυνατά χρήματα που μπορεί να δώσει κανείς σε εξοπλισμό για ένα home cinema πριν αρχίσει να στερείται πράγματα από όσα η υψηλή ευκρίνεια έχει να προσφέρει; Δεν αναφερόμαστε σε πολυτέλειες εδώ ή στο πόσα θα θέλαμε να έχουμε στη διάθεσή μας να ξοδέψουμε, αλλά στο μικρότερο εφικτό κόστος ενός εισαγωγικού, μα ακόμη αξιοπρεπούς home cinema.
Φυσικά δεν ήταν εύκολη η απόφαση, γιατί - ειδικά στους καιρούς που διανύουμε - είναι εντελώς σχετικό το τί θεωρεί ο καθένας "ελάχιστο δυνατό ποσό για την αγορά home cinema". To χειριστήκαμε λοιπόν... αντίστροφα το θέμα: θέσαμε μερικά κριτήρια και κάναμε έρευνα αγοράς, όπως θα έκανε κάθε καταναλωτής που μετρά τα ευρώ του με προσοχή, ώστε να δούμε πόσο κοστίζει σε πραγματικές τιμές ένα σετ home cinema με τα κριτήρια αυτά. Θέσαμε ως όρο να μην επιλεγεί τηλεόραση κάτω των 42 ιντσών, το ηχοσύστημα να είναι αληθινό 5.1 καναλιών και το player να μπορεί να αποδώσει υλικό υψηλής ευκρίνειας. Καταλήξαμε στο ποσό των 1500 ευρώ, το οποίο είναι λογικότατο αν σκεφτεί κανείς σε τί αντιστοιχεί: σε ένα σύστημα που μπορεί να προσφέρει αμέτρητες ώρες ψυχαγωγίας σε όλη την οικογένεια, που θα το κάνει οικονομικά από τη στιγμή που θα αγοραστεί και που δεν θα χρειαστεί να αλλαχθεί για τα επόμενα 4 ή 5 χρόνια, καθώς οι όποιες εξελίξεις δεν θα το έχουν καταστήσει άχρηστο.
Βάσει των παραπάνω, επιλέξαμε το συνδυασμό δύο μόνο προϊόντων: μίας προσεγμένης τηλεόρασης FullHD και ενός συστήματος "all-in-one", το οποίο εμπεριέχει όλα τα επιμέρους υποσυστήματα που χρειαζόμαστε (ενισχυτής, ηχεία, player). Πρόκειται για την Philips Cineos PFL7404H και το Samsung BD1250. Η πρώτη προσφέρει πάρα πολύ καλή ποιότητα εικόνας για τα δεδομένα της κατηγορίας, άφθονες θύρες σύνδεσης και αποκωδικοποιητή συμβατό με το πρότυπο που θα αξιοποιήσει η ελληνική ψηφιακή τηλεόραση. Το δεύτερο προσφέρει Blu-ray player άκρως ικανοποιητικό, ηχεία-δορυφόρους και subwoofer συνολικής ισχύος 1000 Watt, καθώς και αναβάθμιση της ανάλυσης των απλών DVD σε 1080p. Οι τιμές τους στην αγορά μπορούν να είναι ακόμη κατώτερες των 999 ευρώ και 499 ευρώ αντιστοίχως (στο Δίκτυο συναντήσαμε τις δύο συσκευές και στα 799 ευρώ και 430 ευρώ), οπότε μία έρευνα σίγουρα αξίζει τον κόπο - αν μη τί άλλο για να... αποκτήσει κανείς όλα τα καλώδια σύνδεσης και τα πρώτα του δισκάκια Blu-ray με τη χρηματική διαφορά!
Αν, πάντως, θέλει κανείς να αποφύγει τη λύση του συστήματος "all-in-one" και να επενδύσει σε ξεχωριστό ενισχυτή, player και ηχεία - αλλά να παραμείνει κοντά στο ψυχολογικό όριο των 2000 ευρώ - υπάρχει σύνθεση που μπορεί να προτιμήσει. Ως player δεν μπορούμε παρά να προτείνουμε το PlayStation3 (κόστους 299 ευρώ), το οποίο είναι πολύ καλό για όλους τους τύπους δίσκων (Blu-ray, DVD, CD), έχει έντονο multimedia χαρακτήρα και, φυσικά, προσφέρει μεγάλη ποικιλία από ποιοτικά video games. Ως "εισαγωγικός" ενισχυτής ένας από τους πληρέστερους είναι ο βραβευμένος ΑVR-1910 της Denon (κόστους 500 ευρώ), ο οποίος αποκωδικοποιεί όλα τα φορμά ήχου υψηλής ευκρίνειας, προσφέρει 4 εισόδους HDMI και οδηγεί ισχύ 125 Watt σε όλα του τα κανάλια. To set ηχείων 5.1 S-SP410 της Pioneer (κόστους 480 ευρώ) είναι αξιόπιστη πρόταση γι' αυτήν την κατηγορία, προσφέροντας ισχυρό subwoofer, σωστή απόδοση του ήχου και πολύ όμορφο design στους δορυφόρους. Αυτά με την ίδια τηλεόραση της Philips τιμολογούνται σε επίσημες τιμές γύρω στα 2300 ευρώ, αλλά έως και 300 ευρώ λιγότερο αν κάνει κάποιος τη σχετική έρευνα αγοράς για να βρει όλες τις συσκευές (πλην του PS3) κατά τι φθηνότερα.
Στα παραπάνω σετ υπάρχουν βεβαίως και εναλλακτικές προτάσεις. Τη θέση του AVR-1910 μπορεί κάλλιστα να πάρει ο κατά τι οικονομικότερος Pioneer VSX-919AH (465 ευρώ), αν ο επίδοξος αγοραστής δεν ενδιαφέρεται καθόλου για games μπορεί στη θέση του PS3 να προτιμήσει ένα "καθαραόαιμο" Blu-ray player όπως το Sony ΒDP-S360B (269 ευρώ), ενώ τα ηχεία της Pioneer μπορούν να αντικατασταθούν από τα πιο συμπαγή και οικονομικά MCS100 της Boston Acoustics (399 ευρώ). Η LG, άλλωστε, έχει να προτείνει για κάποια λιγότερα χρήματα από τη Philips μια πολύ ενδιαφέρουσα τηλεόραση στις ίδιες ίντσες, την 42LH5000 (969 ευρώ). Είναι πάντως σαφές ότι η δεύτερη προσέγγιση, αυτή των μεμονωμένων συσκευών, είναι προτιμότερη λόγω ευελιξίας και επεκτασιμότητας, αν έχει κανείς να διαθέσει τα έξτρα 700 ευρώ περίπου. Για όσους και όσες, δε, έχουν περισσότερες απαιτήσεις και μεγαλύτερο προϋπολογισμό διαθέσιμο, υπάρχει πάντοτε και η επόμενη κατηγορία... που δεν χαρακτηρίζεται πια ως "εισαγωγική"!
Αυτή είναι η κατηγορία στην οποία το home cinema αρχίζει να γίνεται πλέον επένδυση πραγματική, όμως το μεγαλύτερο κόστος αποζημιώνει και με το παραπάνω: η εικόνα είναι μεγαλύτερη και ποιοτικότερη, ο ήχος λεπτομερέστερος και ισχυρότερος, η πηγή αναπαραγωγής ικανότερη για περισσότερα πράγματα. Συν τοις άλλοις, ένας πληρέστερος ενισχυτής προσφέρει μεγαλύτερα περιθώρια επέκτασης σε ένα σύστημα home cinema. Για να δούμε, λοιπόν, από ποιά επιμέρους στοιχεία απαρτίζεται η πρότασή μας γι' αυτήν την κατηγορία.
Όσον αφορά στον τηλεοπτικό δέκτη, η χρονική συγκυρία είναι ευνοϊκή και δεν θα κρατήσει πολύ: είναι διαθέσιμη ακόμη στην αγορά, και σε τιμή πλέον πολύ χαμηλή, η Kuro 5090H της Pioneer, πιθανώς η καλύτερη plasma που κατασκευάστηκε ποτέ. Στα 2200 ευρώ η ποιότητα εικόνας που προσφέρει είναι απίστευτη, σε βαθμό που ακόμη και την επόμενη χρονιά δεν ξέρουμε αν θα κυκλοφορήσει μοντέλο που θα την ξεπεράσει. Αν η εξάντληση των αποθεμάτων... σας προλάβει, εξαιρετική περίπτωση είναι φυσικά και η ταχύτερη LCD της Sony αυτή τη στιγμή, η Z4500 των 52 ιντσών, που κοστίζει 400 ευρώ περισσότερα. Και οι δύο θα προσφέρουν υπέροχη εικόνα, η πρώτη περισσότερο σε ταινίες και η δεύτερη περισσότερο σε αθλητικά γεγονότα.
Στον τομέα του ήχου ως "ακρογωνιαίος λίθος" του συστήματος προτείνεται ο Denon AVR-2310, ένας ενισχυτής πάνοπλος (5 είσοδοι HDMI) και πανίσχυρος (135 Watt ανά κανάλι), πάντοτε για τα δεδομένα της κατηγορίας και το χαμηλό του κόστος, που δεν ξεπερνά τα 840 ευρώ. Τα KEF 3005SE (κόστους 1200 ευρώ) είναι το σύνολο εκείνο των μικρών ηχείων που παράγει τον ποιοτικότερο ίσως ήχο για το μέγεθός του, όντας παράλληλα όμορφα σχεδιασμένο τόσο στο subwoofer όσο και στους πέντε δορυφόρους του. Την καλύτερη εικόνα καταναλωτικού Blu-ray player, τέλος, με κόστος κάτω από 400 ευρώ, θα την εισπράξει κανείς από το DMP-BD80 της Panasonic, χάρις στα ειδικά κυκλώματα βελτίωσης του οπτικού υλικού υψηλής ευκρίνειας.
Το παραπάνω σύνολο ανέρχεται τιμολογιακά στα 4.640 ευρώ - ίσως κάτι παρακάτω με τη σχετική έρευνα αγοράς - πλησιάζοντας πολύ το όριο κόστους που έχουμε θέσει για την κατηγορία. Κάποιες εναλλακτικές - το σετ ηχείων S-V610II της Pioneer αντί για τα KEF, το PS3 ως Bluray player αντί για το Panasonic - υπάρχουν, αλλά δεν μειώνουν το κόστος περισσότερο από 200-250 ευρώ. Το μεγαλύτερο βάρος στο παραπάνω σύνολο βρίσκεται στην τηλεόραση γιατί, αν επιδιώξουμε αντ' αυτής να ενσωματώσουμε ηχεία ανώτερης ποιότητας, θα υποχρεωθούμε να κινηθούμε σημαντικά υψηλότερα στο κόστος και να επιλέξουμε αντιστοίχως και καλύτερο ενισχυτή. Ως έχει αυτή τη στιγμή, το home cinema που προτείνουμε προσφέρει εικόνα κατά τι ανώτερου επιπέδου από αυτό στο οποίο κινείται ο ήχος, ο δεύτερος όμως είναι καθ' όλα ικανός να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του.
Σε ένα τυπικό αστικό σαλόνι, το παραπάνω σύστημα θα προσφέρει σε εντυπωσιακά μεγάλο ποσοστό την αίσθηση που η κινηματογραφική εικόνα και ο σινε-ήχος δημιουργούν μέσα από την υψηλή ευκρίνεια. Ομολογουμένως, όμως, όχι στο 100%, καθώς γι' αυτό χρειάζεται μία συσκευή που αυτή η κατηγορία στερείται και η επόμενη όχι: ο προβολέας!
Και στις δύο προηγούμενες κατηγορίες μιλούσαμε άνετα για την υψηλή ευκρίνεια και όσα αυτή μπορεί να προσφέρει, όμως από αυτήν την κατηγορία και πέρα μπορούμε να μιλάμε για αληθινό οικιακό κινηματογράφο: ο λόγος δεν είναι άλλος από τον προβολέα που μπορεί πλέον να συμπεριληφθεί στον προϋπολογισμό αυτού του επιπέδου χρημάτων. Κακά τα ψέματα, η μεγάλη κινηματογραφική εικόνα έχει και θα έχει πάντοτε άλλη αίσθηση σε σχέση με αυτήν των τηλεοράσεων, ακόμη κι αν οι τελευταίες είναι μεγάλων διαγωνίων. Οι προβολείς υψηλής ευκρίνειας είναι σε θέση να προσφέρουν αυτήν την εικόνα με τρόπο πειστικό στη... χειρότερη περίπτωση, εκθαμβωτικό στην καλύτερη - ειδικά αν το υλικό είναι επίσης υψηλής ευκρίνειας εξ αρχής, όπως οι ταινίες σε δίσκους Blu-ray.
Εννοείται πως, με την εικόνα στις 120 ίντσες πλέον, ο ήχος πρέπει να ακολουθήσει από κοντά - κάτι που αυτόματα σημαίνει άνοδο στην ποιότητα των ηχείων και τη δύναμη του ενισχυτή που θα τα οδηγήσει (ο οποίος θα πρέπει να διαχειριστεί πια και προβολέα και τηλεόραση). Η δεύτερη συνεχίζει να είναι παρούσα, αλλά σε συμβατική διαγώνιο - άλλωστε ο ρόλος της είναι πια άλλος, όχι ο αμιγώς κινηματογραφικός. Οι απαιτήσεις μας έχουν αυξηθεί και όσον αφορά τις ικανότητες της πηγής, του Blu-ray player δηλαδή, οπότε γίνονται και εδώ οι αντίστοιχες προσαρμογές. Έχουμε και λέμε, λοιπόν:
Για τηλεοπτικά κανάλια και "γενικών καθηκόντων" πρόγραμμα συνολικά, η νέα plasma δέκατης γενιάς της Panasonic στις 42 ίντσες προσφέρει πολύ καλύτερη εικόνα από αυτήν που... υποψιάζεται κανείς από το κόστος της (1200 ευρώ). Προβάλλει, δε, άριστα και τις ταινίες και τα games, έχοντας να επιδείξει ποιότητα μαύρου και πειστικά χρώματα που θυμίζουν Pioneer Kuro. Μιλώντας για την Pioneer, το Blu-ray player που επιλέξαμε, το BD-320, τής ανήκει και αποτελεί εξαιρετική επιλογή για το κόστος του (400 ευρώ). Το player θα συνδεθεί στον ολοκαίνουργιο AVR-4310 της Denon, έναν ενισχυτή εκπληκτικό στο σύνολό του: δύο έξοδοι HDMI, έξι είσοδοι, 170 Watt ισχύος ανά κανάλι, αποκωδικοποίηση των... πάντων, διασύνδεση με τοπικό οικιακό δίκτυο είναι μερικές μόνο από τις αρετές του (κόστος περί τα 1800 ευρώ). Το σετ ηχείων που θα δεχθεί τον ήχο του 4310 δεν είναι άλλο από το MT30 της Bowers & Wilkins (κόστος επίσης περί τα 1800 ευρώ), ίσως το καλύτερο compact 5.1 της αγοράς αυτή τη στιγμή και αυτό που προσφέρει το υποδειγματικό subwoofer VP-1.
Ο προβολέας που προτείνουμε είναι μεν "εισαγωγικός", αλλά η ποιότητα της εικόνας του είναι εξαιρετική για το επίπεδο αυτό: πρόκειται για τον VPL-HW10 της Sony, μία συσκευή που έχει αποσπάσει εξαιρετικές κριτικές ακριβώς για τον συντελεστή κόστους/αξίας που προσφέρει. Ως οθόνη προβολής γι' αυτόν επιλέξαμε την GrandView Elegant 120, διαγωνίου που... προδίδει το όνομά της, η οποία χωρίς να κοστίζει πολύ (300 ευρώ) θα αναδείξει αξιοπρεπέστατα την εικόνα του HW10. Το σύνολο όσων αναφέραμε μαζί με τον προβολέα και την οθόνη προβολής του κινείται γύρω στα 7500 ευρώ, ποσό όχι ευκαταφρόνητο αλλά και πάλι λογικό αν σκεφτεί κανείς το επίπεδο ποιότητας ήχου και την άκρως απολαυστική εικόνα των 120 ιντσών που εισπράττει με αυτό το κόστος.
Όπως σε κάθε κατηγορία των οδηγών αγοράς μας, έτσι και σε αυτήν υπάρχουν περιθώρια προσαρμογών "προς τα πάνω" και "προς τα κάτω". Προκειμένου να μειώσει κανείς το κόστος, θα μπορούσε να αντικαταστήσει το BD-320 με ένα PS3 (εξοικονομώντας 100 ευρώ) και τον προβολέα της Sony με έναν Infocus X10 (εξοικονομώντας 400 ευρώ). Αν, από την άλλη, έχει κανείς τη διάθεση να εξαντλήσει το οικονομικό περιθώριο της κατηγορίας, μπορεί να ωθήσει το κόστος υψηλότερα - αλλά και τις επιδόσεις πολύ, πάρα πολύ υψηλότερα - με κάποιες άλλες αντικαταστάσεις. Μόλις 300 ευρώ περισσότερα, για παράδειγμα, από το κόστος των MT30, αγοράζουν το εισαγωγικό σετ ηχείων της Bowers & Wilkins με ηχεία δαπέδου και σημαντικά ισχυρότερο subwoofer, το 684. Η ίδια πολύ καλή τηλεόραση της Panasonic στις 50 ίντσες κοστίζει 500 ευρώ περισσότερα, ενώ αν θέλει κανείς την απολύτως καλύτερη εικόνα αυτή τη στιγμή από δίσκους Blu-ray και DVD, μπορεί να επενδύσει σε ένα Denon DVD3800BD, το οποίο φέρει το θρυλικό κύκλωμα Realta της Silicon Optics. Έτσι όχι μόνο θα αγγίξει τα 10.000 ευρώ σε κόστος, αλλά θα... πάρει και μία καλή ιδέα του πώς είναι η εικόνα των ονείρων μας. Αυτή που πετυχαίνει το σύστημα της επόμενης κατηγορίας, δηλαδή!
Εδώ βρισκόμαστε στο σημείο που η ίδια η αγορά του home cinema αποκαλεί hi-end: το σύστημα αυτό απαρτίζεται από συσκευές κάθε μία εκ των οποίων είναι κορυφαία στον τομέα της και, ως εκ τούτου, το σύνολο προσφέρει την κινηματογραφική εμπειρία... καλύτερα απ' ότι τα περισσότερα multiplex! Τα κόστη είναι φυσικά αυξημένα και έξω από τις οικονομικές δυνατότητες των περισσότερων από μας, χωρίς να φτάνουν όμως και σε σημείο... παραλογισμού (θα έλθουμε κι εκεί... απλώς είναι η επόμενη κατηγορία!).
Ακόμη και με αυτό το άνετο οικονομικό περιθώριο, πάντως, οι επιλογές που έχουν γίνει είναι προσεκτικές, κυρίως λόγω της συνεργασίας που πρέπει να εξασφαλιστεί ανάμεσα στα διαφορετικά υποσυστήματα. Είναι το πρώτο setup του οδηγού μας, δε, που μεταβαίνει σε διάταξη ηχείων 7.1 - όχι επειδή δεν θα μπορούσαμε να το είχαμε επιδιώξει και στην προηγούμενη κατηγορία, αλλά επειδή σε αυτήν υφίσταται και ο ενισχυτής που ενθαρρύνει κάτι τέτοιο. Ας δούμε, λοιπόν, τί θα μπορούσε να αγοράσει ένας θιασώτης του home cinema που δεν είναι... Κασόγκι, αλλά έχει την οικονομική άνεση να κάνει κορυφαίες επιλογές:
Η τηλεόραση που επιλέχθηκε δεν είναι άλλη από την εκδοχή 60 ιντσών της Kuro της Pioneer, η 6090Η δηλαδή, η οποία - ακριβώς όπως και η μικρή της αδελφή των 50 ιντσών - έχει δεχθεί θεαματική μείωση τιμής (4500 ευρώ) και δεν γνωρίζουμε για πόσο ακόμη θα βρίσκεται στην αγορά. Αν δεν σταθεί εφικτό να αποκτηθεί, η κορυφαία LCD της αγοράς αυτή τη στιγμή, η Sony X4500 στις 55 ίντσες και την ίδια τιμή, είναι πιθανώς ο πλησιέστερος "μνηστήρας". Στο ρόλο του προβολέα υψηλής ευκρίνειας επιλέχθηκε ο εξαιρετικός DLA-HD750 της JVC (κόστους 5600 ευρώ), η συσκευή που είναι σε θέση να αποδώσει τους τόνους του μαύρου και συμπαγή, αληθινά κινηματογραφικής υφής εικόνα καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη. Αυτός ο προβολέας αξίζει και την κατάλληλη οθόνη προβολής, επιλέξαμε λοιπόν την Firehawk G3 της Stewart, στις 135 ίντσες, η οποία έχει μεν υψηλό κόστος (3100 ευρώ) αλλά θα αναδείξει τους πειστικούς τόνους του γκρι του HD750 και την ανάγλυφη εικόνα του με τον καλύτερο τρόπο.
Τα δύο πρακτικά κορυφαία συστήματα προβολής λογικό είναι να τροφοδοτηθούν με οπτικό περιεχόμενο εξίσου υψηλής ποιότητας: για το λόγο αυτό έχουμε επιλέξει ένα ιδιαίτερο player και έναν κορυφαίο ενισχυτή. Ο δεύτερος είναι ο περίφημος AVC-A1HD της Denon, ένα αληθινό υπερόπλο επεξεργασίας εικόνας (ενσωματώνει το ασύγκριτο κύκλωμα Realta της Silicon Optics) που θα αναλάβει τη διαχείριση πολλαπλών πηγών, την αποκωδικοποίηση όλων των φορμά ήχου καθώς και την οδήγηση όλων των καναλιών ήχου στα 170 Watt. Το κόστος του εμφανίζει διακυμάνσεις (ανάμεσα στα 5000 και τα 6000 ευρώ), οπότε μία σχετική έρευνα αγοράς αξίζει τον κόπο. Λόγω του ότι ο A1HD θα αναλάβει την επεξεργασία κάθε σήματος, ως player δεν επιλέξαμε ξανά το DVD-3800BD της Denon (να πληρώνουμε δύο φορές το Realta;), αλλά το DVD-2500BT (κόστους 900 ευρώ), το οποίο αναλαμβάνει απλώς να διοχετεύσει την εικόνα και τον ήχο των DVD και των Blu-ray στον ενισχυτή για τα... περαιτέρω.
Τα... "πολλά λεφτά", όμως, αυτή τη φορά βρίσκονται στα ηχεία. Επιλέξαμε τη σειρά CM της B&W για τον αμιγώς hi-end χαρακτήρα της και το design της και αξιοποιούμε ως δύο κύρια ηχεία τα CM9 (κόστους 2100 ευρώ), δύο CM5 ως τυπικά περιφερειακά και άλλα δύο ως συμπληρωματικά περιφερειακά ώστε να έχουμε τα 7.1 κανάλια που θέλουμε (συνολικό κόστος 2020 ευρώ), το CM2 ως κεντρικό για τους διαλόγους και τα εφέ (κόστους 850 ευρώ) και το ASW 10 CM ως subwoofer (κόστος 1140 ευρώ). Το... "συνολάκι" ανέρχεται στα 25.000 ευρώ περίπου και... εχμ. Πραγματικά. Αν περιμένετε να προτείνουμε εναλλακτικές ώστε να χαμηλώσει το κόστος σε αυτήν την κατηγορία... έχουμε αποτύχει παντελώς! Πού να δείτε, δηλαδή, τί ακριβώς έχουμε συγκεντρώσει για την επόμενη, "χωρίς όρια" κατηγορία!
OK. Εδώ θα πρέπει να είμαστε ειλικρινείς από την αρχή. Δεν ξέρουμε κανέναν που να έχει αυτό το home cinema (θα είχαμε κάνει κατάληψη στο σπίτι του) και δεν ξέρουμε προσωπικά κανέναν που θα μπορούσε να το αποκτήσει (θα τον είχαμε υποχρεώσει να το κάνει). Σε κάθε περίπτωση, αυτό είναι το σύνολο συσκευών που, if money was no object όπως λένε και οι Σάξονες, θα θέλαμε να δούμε κάποια στιγμή εν δράσει. Πρόκειται για επιλογές που μόνο αληθινά άνθρωποι που... δεν ρωτούν ποτέ πόσο κοστίζει κάτι μπορούν να κάνουν, χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις λοιπόν τις συγκεντρώνουμε και τις παρουσιάζουμε. Μετά, θα... αναζητήσουμε την πλησιέστερη κάβα!
Ως τηλεόραση θα μπορούσαμε να επιλέξουμε κάποιο μοντέλο μεγαλύτερο, ναι, το γνωρίζουμε, όμως ειλικρινά για τηλεοπτικό πρόγραμμα και γενική χρήση θεωρούμε ότι οι 60 ίντσες είναι αρκετές. Αυτές τις προσφέρει η καλύτερη Kuro της Pioneer, η 600A, η οποία επίσης έχει αρχίσει να γίνεται δυσεύρετη πια και στο κόστος της (5600 ευρώ) δεν είναι να απορεί κανείς γι' αυτό. Ως εναλλακτική συνεχίζει να προτείνεται η 55Χ4500 της Sony. Ο προβολέας που θα προτιμηθεί εδώ ανήκει επίσης στην ιαπωνική εταιρεία και είναι ο πολυσυζητημένος VPL-VW200, επειδή θα καλύψει με μεγαλύτερη άνεση την οθόνη προβολής Visionary Grande της Stewart, φυσικά custom κατασκευής και διαγωνίου 5 μέτρων ή 200 ιντσών (και κόστους 8.500). Ο προβολέας αυτός, μέσα από τα κορυφαία του τεχνολογικά γνωρίσματα, με υλικό υψηλής ευκρίνειας αποδίδει αποτελέσματα ολοφάνερα καλύτερα από αυτά οποιασδήποτε κινηματογραφικής αίθουσας. Στην Ελλάδα.
Ως κέντρο ελέγχου αυτού του home cinema δεν θα μπορούσε να επιλεγεί ένας... απλός ενισχυτής, γι' αυτό και προτιμήσαμε το κορυφαίο ζεύγος ενισχυτή και προενισχυτή της Denon, τους POA-A1HD και AVP-A1HDA αντίστοιχα. Ο δεύτερος αναλαμβάνει τις διασυνδέσεις με πηγές και μέσα προβολής, ενώ ο πρώτος την τελική ενίσχυση του ήχου πριν την οδήγησή του στα ηχεία. Έχουν σχεδιαστεί ώστε να ταιριάζουν αισθητικά και, με κόστος 8.200 ευρώ έκαστος, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για αμφιβολίες! Ως player για να τα τροφοδοτήσει, δε, έχει επιλεγεί το ολοκαίνουργιο, κορυφαίο Denon A1UD (κόστους 4.500 ευρώ), το πληρέστερο universal player που υπάρχει: θα αναπαράγει... ο,τιδήποτε έχει τη μορφή δίσκου, είτε πρόκειται για DVD/Blu-ray, είτε για DVD Audio/Super Audio CD. Για την ποιότητα κατασκευής και τις δυνατότητές του, είναι σχεδόν... περιττό να αναφέρει κανείς και πολλά. Θα ταίριαζε στα άλλα δύο... "θηρία" αν ήταν ο,τιδήποτε λιγότερο;
Τα... καλύτερα (δηλαδή τα ακριβότερα) τα κρατήσαμε για το τέλος, όμως. Με τόσο ισχυρά ενισχυτικά και οθόνη 200 ιντσών, είναι μάλλον ασφαλές να υποθέσουμε ότι το συγκεκριμένο home cinema θα τοποθετούνταν σε χώρο μεγάλο. Πολύ μεγάλο. Χωρίς κανένα... σεβασμό στο οποιοδήποτε budget, λοιπόν, επιλέξαμε 8 ηχεία της θρυλικής Martin Logan, ηλεκτροστατικά και "αέρινα", για να γεμίσουμε με ήχο το χώρο αυτό. Το ρόλο των δύο κυρίως ηχείων παίζουν τα Summit-X (κόστους 12.000 ευρώ έκαστο), ενώ ως τυπικά περιφερειακά και συμπληρωματικά περιφερειακά (εννοείται πως συνθέτουμε ηχοσύστημα 7.1 καναλιών) χρησιμοποιούμε τα σχετικά μικρότερα Vantage (6.100 ευρώ έκαστο). Το κεντρικό ηχείο δεν είναι άλλο από το διάσημο Stage (κόστους 3500 ευρώ), ενώ το καλύτερο subwoofer της εταιρείας, το Descent i, ολοκληρώνει το σετ (κοστίζοντας 4000 ευρώ περίπου). Το... bonus σε όλα αυτά; Τα ηχεία έχουν και αισθητικά αρμονική σχέση μεταξύ τους. Martin Logan είναι αυτή.
Για όσους και όσες έχουν την... εχμ... περιέργεια να μάθουν τί θα κόστιζε η σύνθεση του Home Cinema Paradiso του αθηνόραμαdigital.gr, θα είμαστε ευσπλαχνικά ασαφείς: ούτε καν 100.000 ευρώ. Κατά τι λιγότερα. Θα μπορούσαμε να το είχαμε καταστήσει ακόμη ακριβότερο (λαμπάτοι τελικοί, "Ναυτίλοι" ως ηχεία σε όλα τα κανάλια... χε χε...) όμως δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να συνθέτουμε οικιακούς κινηματογράφους για... συγκεκριμένους ανθρώπους, έχει; Τώρα, ανακαλέστε εκείνον τον "χρυσό κανόνα" που έχουν οι εγκαταστάτες home cinema, οι οποίοι διατείνονται ότι ένα σύστημα οικιακού κινηματογράφου θεωρητικά δεν θα πρέπει να κοστίζει περισσότερο από το 1/10 της αξίας όλου του οικήματος που το φιλοξενεί, και... αντιλαμβάνεστε γιατί δεν το έχουμε συναντήσει ακόμη. Από την άλλη, θεωρητικός είναι ο "χρυσός κανόνας", σωστά; Σωστά!