Tο κοινό του Αθηνόραμα Digital αλλά και άλλων μέσων ενημέρωσης που καλύπτουν το ρεπορτάζ της τεχνολογίας γνωρίζει βεβαίως ήδη πως η τεχνολογία προβολής OLED είναι αυτή που προσφέρει - με γνώμονα τα περισσότερα χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν την ποιότητα εικόνας σήμερα - την καλύτερη απεικόνιση στην μεγάλη πλειοψηφία των σεναρίων χρήσης. Το μόνο αρνητικό που μπορεί να προσάψει κανείς στις τηλεοράσεις OLED - οι οποίες στηρίζονται ανεξαιρέτως σε οθόνη κατασκευής LG - είναι πως αυτήν την στιγμή η ποιότητα απεικόνισής τους συνοδεύεται από αντίστοιχο αντίτιμο, καθώς στις ίδιες διαγωνίους όλα τα μοντέλα είναι σημαντικά έως πάρα πολύ ακριβότερα από τα αντίστοιχά τους τεχνολογίας LED/LCD (με ορισμένες εξαιρέσεις).
Αυτό πιθανότατα θ' αρχίσει ν' αλλάζει ωστόσο από το 2020, καθώς η ιαπωνική IJP θα αρχίσει να παράγει σε ευρεία κλίμακα τις λεγόμενες οθόνες Inkjet OLED, οι οποίες είναι διαφορετικής κατασκευής από τις WOLED της LG. Η IJP θα ξεκινήσει από οθόνες μικρότερων διαγωνίων για χρήση σε tablets ή laptops και σταδιακά θα προχωρήσει στην κατασκευή και οθονών διαγωνίου 55 και 65 ιντσών. Σύμφωνα με την γνωστή εταιρεία ερευνών και αναλύσεων IHS Markit ο ρυθμός παραγωγής των οθονών Inkjet OLED της IJP θα αυξηθεί επί... 12 (!) από το 2020 έως το 2024, καθώς μετά την τελειοποίηση της κατασκευαστικής μεθόδου από αυτήν την εταιρεία είναι πρακτικά βέβαιο πως θα την υιοθετήσει και ένας αριθμός μεγάλων Κινέζων κατασκευαστών.
Βάσει των παραπάνω υπολογίζεται πως η μέση τιμή πώλησης μιας τηλεόρασης τεχνολογίας Inkjet OLED σε σχέση με την αντίστοιχή της τεχνολογίας WOLED θα είναι μειωμένη κατά 25%-30%, ποσοστό διόλου ευκαταφρόνητο. Το πρόβλημα: σύμφωνα με την παραδοχή και της ίδιας της IJP, οι οθόνες OLED της δικής της τεχνολογίας είναι υποδεέστερες αυτών της LG στους τομείς της φωτεινότητας, της χρωματικής απόδοσης και της διάρκειας ζωής, οπότε οι τηλεοράσεις που θα αξιοποιούν τις πρώτες θα προωθηθούν ως "μέσης κατηγορίας" (midrange). Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, απομένει ωστόσο να διαπιστωθεί η διαφορά που χωρίζει την ποιότητα απεικόνισης μιας τηλεόρασης Inkjet OLED από την αντίστοιχη μιας WOLED γιατί, αν είναι πολύ μεγάλη, τότε μόνο η εξοικονόμηση χρημάτων ίσως δεν θα είναι αρκετή ώστε να πείσει το καταναλωτικό κοινό.
Η LG, πάντως, δεν δείχνει να ανησυχεί ιδιαίτερα για όλα αυτά... δικαιολογημένα. Από την μία πλευρά το 2020 θα βρίσκεται πια στην 10η γενιά της οθονών OLED, οπότε στην ποιότητα απεικόνισης θα βρίσκεται ακόμη πιο μπροστά - και οι άλλες κατασκευάστριες που αγοράζουν οθόνες από αυτήν για τα δικά τους μοντέλα τηλεοράσεων κατηγορίας premium, όπως οι Panasonic και Sony, είναι βέβαιο πως θα συνεχίζουν να προμηθεύονται από την LG οθόνες WOLED. Από την άλλη πλευρά έχει πάντοτε στην διάθεσή της την προσιτή σειρά B των δικών της τηλεοράσεων OLED, οι οποίες χρησιμοποιούν την ίδια οθόνη με τα ακριβότερα μοντέλα της (σειρές C, E, W) υστερώντας απλώς στο design, τον ήχο και κάποια ακόμη στοιχεία.
Αν θέλει να παραμείνει επιθετικά ανταγωνιστική η LG, με άλλα λόγια, απέναντι και σε αυτές τις επερχόμενες τηλεοράσεις OLED "μεσαίας κατηγορίας" μπορεί να μειώσει σημαντικά το ποσοστό κέρδους της σε αυτήν την ήδη προσιτή σειρά Β και να βρεθεί τιμολογιακά και πάλι πολύ κοντά ή στο ίδιο επίπεδο με αυτές (έχοντας πιθανότατα το πλεονέκτημα της υψηλότερης ποιότητας απεικόνισης συγκριτικά). Το μόνο σίγουρο είναι πως, ασχέτως της απίστευτης ενίοτε ποιότητας εικόνας που λαμβάνει κανείς από τις οθόνες OLED της LG, η είσοδος δεύτερου "παίκτη" μόνο ωφέλιμη μπορεί ν' αποδειχθεί για το καταναλωτικό κοινό μακροπρόθεσμα. Για να δούμε, λοιπόν!