Δεν είναι... μυστικό ακριβώς το γεγονός ότι η εξέλιξη των τηλεοράσεων - όσον αφορά στις τεχνολογίες προβολής που αξιοποιούν για να προσφέρουν εικόνα - είχε επιβραδυνθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Οι τηλεοράσεις OLED διατηρούσαν την τέλεια απόδοση του μαύρου και την άψογη αντίθεση της εικόνας τους κερδίζοντας σιγά-σιγά περισσότερη φωτεινότητα, ενώ οι τηλεοράσεις LED/LCD διατηρούσαν την υψηλή τους φωτεινότητα βελτιώνοντας τον έλεγχο του τοπικού υποφωτισμού τους και την απόδοση του μαύρου, αλλά... αυτό ήταν όλο κατά βάση. Βήματα μπροστά γίνονταν στους τομείς π.χ. της επεξεργασίας εικόνας και του ήχου, αλλά στην αγορά δεν γινόταν διαθέσιμο κάτι αληθινά, ουσιαστικά καινούργιο.
Στις αρχές του 2022 είχαμε ωστόσο... ραγδαίες εξελίξεις: η Sony ανακοίνωσε στο πλαίσιο της έκθεσης CES τον Ιανουάριο την πρώτη σειρά τηλεοράσεων με οθόνη QD-OLED παγκοσμίως, την Sony Bravia A95Κ, αυτή αναδείχθηκε από πολλά μέσα ενημέρωσης και σε πολλούς διαγωνισμούς η καλύτερη τηλεόραση του 2022 και είναι πια διαθέσιμη στις δύο της διαγωνίους (55 και 65 ίντσες) και στο ελληνικό κοινό. Τί ακριβώς είναι, όμως, η νέα τεχνολογία προβολής QD-OLED και τί προσφέρει στο καταναλωτικό κοινό συγκριτικά με τις καθιερωμένες OLED και LED/LCD;
Πρόκειται για καινούργιου, υβριδικού τύπου οθόνη προβολής που - όπως και οι OLED - στηρίζεται σε οργανικό υλικό και λειτουργεί σε έναν βαθμό παρόμοια με αυτές. Όμως οι οθόνες QD-OLED διαφέρουν σε μερικά σημαντικά στοιχεία που τούς προσφέρουν συγκεκριμένα πλεονεκτήματα. Και αυτές, για παράδειγμα, δημιουργούν την εικόνα που προβάλλουν ελέγχοντας και φωτίζοντας κάθε pixel ξεχωριστά. Αντί όμως να αξιοποιούν - όπως οι OLED - λευκή πηγή φωτός που μέσα από ειδικό φίλτρο παράγει τα κόκκινα, πράσινα και μπλε subpixel που θα συνθέσουν στην συνέχεια την εικόνα (προσθέτοντας κι ένα τέταρτο λευκό subpixel ώστε να ανακτηθεί τμήμα της φωτεινότητας που χάνεται από το φίλτρο), οι QD-OLED αξιοποιούν αυτοφωτιζόμενη επιφάνεια μπλε φωτός και πάνω από αυτήν μία δεύτερη με quantum dots.
Τα quantum dots είναι κατά πολύ περισσότερο αποδοτικά στην δημιουργία των κόκκινων, πράσινων και μπλε subpixel που συνθέτουν την τελική εικόνα (οπότε κάθε ένα από αυτά διατηρεί πολύ περισσότερη από την αρχική ενέργεια φωτός που έχει λάβει από την αυτοφωτιζόμενη μπλε επιφάνεια), ενώ παράλληλα δεν υπάρχει και λόγος χρήσης του τέταρτου λευκού subpixel (το οποίο έχει την τάση να καθιστά λιγότερο έντονα μεγάλο ποσοστό των προβαλλόμενων χρωμάτων). Αυτή η προσέγγιση έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο να απεικονίζονται σε μία οθόνη QD-OLED χρώματα περισσότερο ζωηρά, κορεσμένα κι εντυπωσιακά απ' ό,τι τα αντίστοιχά τους σε οθόνη OLED, αλλά να απεικονίζονται στην QD-OLED... καινούργια, πρωτοεμφανιζόμενα χρώματα στην προβαλλόμενη εικόνα - χρώματα που κυριολεκτικά δεν υπάρχουν πουθενά σε μία οθόνη OLED όταν προβάλλεται ακριβώς το ίδιο περιεχόμενο!
Η διαφορά γίνεται αισθητή σε κάθε είδους υλικό - από απλό τηλεοπτικό πρόγραμμα και σπορ μέχρι ταινίες και games - αλλά μπορεί πραγματικά να την απολαύσει κανείς σε σύγχρονο περιεχόμενο υψηλών χρωματικών δυναμικών (HDR): το πόσο "καθαρά", λαμπερά και κορεσμένα απεικονίζονται τα κύρια χρώματα και οι πρωτεύοντες συνδυασμοί τους σε μία τηλεόραση QD-OLED θα πρέπει να το δει κανείς από κοντά για να το πιστέψει. Ειδικά χρώματα της φύσης όπως το κόκκινο ή το πράσινο - με τα οποία μέχρι πρόσφατα είμασταν ικανοποιημένοι και με απλώς έντονες εκδοχές τους επί της οθόνης κι ας μην ήταν αυτές που βλέπουμε στο εξωτερικό περιβάλλον - μία τηλεόραση QD-OLED όπως η A95K τα αποδίδει με τόση αληθοφάνεια και λεπτομέρεια, ώστε όντως να εισπράττει κανείς την εντύπωση πως τα βλέπει για πρώτη φορά.
Αυτή η εντύπωση μόνο τυχαία δεν είναι φυσικά: οι τηλεοράσεις QD-OLED ακριβώς λόγω της ικανότητάς τους να ααποδίδουν πολύ περισσότερες αποχρώσεις από τις τηλεοράσεις OLED ή LED/LCD υπερκαλύπτουν κατά 20% (!) την γκάμα χρωμάτων που εκφράζεται από το πρότυπο DCI-P3 της βιομηχανίας απεικόνισης - μια μεγάλη κατάκτηση για την οικιακή αγορά. Τα περισσότερο λαμπερά χρώματα, άλλωστε, δεν θα μπορούσαν να αποδοθούν από τις οθόνες QD-OLED αν αυτές δεν χαρακτηρίζονταν όχι μόνο από ευρύτερη γκάμα χρωμάτων με την έννοια της ποικιλίας, αλλά από μεγαλύτερο εύρος και προς τα φωτεινά και προς τα σκοτεινά "άκρα" του χρωματικού φάσματος (color volume), εξίσου σημαντικό για την διατήρηση της λεπτομέρειας στις λάμψεις και τις σκιές όταν εμφανίζεται στην οθόνη υλικό πάρα πολύ υψηλής αντίθεσης.
Φυσικά η τεχνολογία οθόνης QD-OLED παραμένει σε βασικό επίπεδο OLED, "κληρονομεί" λοιπόν και όλες τις υπόλοιπες αρετές εκείνων των οθονών: απόλυτη απόδοση του μαύρου (καθώς τα pixel της μπορούν να "σβήσουν" το καθένα ξεχωριστά), απίθανα υψηλή αντίθεση (που δείχνει ακόμη υψηλότερη στις QD-OLED αφού συνδυάζει το τέλειο μαύρο με ακόμη λαμπερότερα χρώματα), πολύ γρήγορα "αντανακλαστικά" στους ρυθμούς ανανέωσης (σημαντικό για τους gamers κάθε επιπέδου) και ευρύτατες γωνίες θέασης (τα χρώματα και η ποιότητα της απεικόνισης δεν αλλοιώνονται ακόμη και αν παρακολουθεί κανείς από... πάρα πολύ πλάγια!). Αν προσθέσει κανείς σε αυτά και την εκπληκτική ομοιογένεια (uniformity) που χαρακτηρίζει τις οθόνες QD-OLED, δεν είναι να... απορεί ακριβώς που η Sony Bravia A95K έχει αποσπάσει ήδη τόσα βραβεία για την ποιότητα εικόνας της: το καλύτερο δεν δυσκολεύεται να ξεχωρίσει!