Οι πιο σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα δύο νέα iPhone, φυσικά, εντοπίζονται στο μέγεθός τους. Το "απλό" iPhone 6 προσφέρει οθόνη διαγωνίου 4.7 ιντσών, ενώ το Plus διαγωνίου 5.5 ιντσών, με ανάλυση 1334x750 pixel στην πρώτη και 1920x1080 pixel στη δεύτερη. Και οι δύο είναι αναλύσεις είναι σαφώς ανώτερες των παρελθόντων iPhone αλλά σε αυτές τις διαγωνίους οθόνης απέχουν πια σημαντικά από τις οξύτερες οθόνες των καλύτερων Android (για την ακρίβεια θεωρούνται τυπικές πια αναλύσεις στον κόσμο του Android και απαντώνται ακόμη και σε εισαγωγικού επιπέδου αντίστοιχες συσκευές). Μπορεί η ανάλυση και η πυκνότητα των pixel να μην είναι οι μόνοι παράγοντες βάσει των οποίων κρίνεται μία οθόνη, όμως το επίπεδο απεικόνισης των καλύτερων smartphones με Android βρίσκεται πλέον τόσο ψηλά, που η Apple δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να επικαλεστεί αυτό των νέων iPhone ως ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα.
Ο λόγος για τον οποίο υποτίθεται πως η Apple δεν είχε μέχρι σήμερα κυκλοφορήσει smartphone με οθόνη άνω των 4 ιντσών ήταν αυτός της δυσχρηστίας των μοντέλων αυτών για χρήστες με μικρά ή και... φυσιολογικά χέρια - και ως "λύση" στο, όντως υπάρχον, πρόβλημα οι Αμερικανοί προβάλλουν μία λειτουργία που ονομάζουν "reachability", την διευκόλυνση δηλαδή του αντίχειρα να "φτάσει" σημεία της οθόνης που θέλει να αγγίξει. H λειτουργία αυτή υπάρχει ήδη σε διάφορες μορφές (επίσημα ή ανεπίσημα) σε smartphones με Android εδώ και καιρό, αλλά η Apple την υιοθετεί με τρόπο που ταιριάζει στην ήδη υπάρχουσα συλλογιστική χρήσης του iOS. Με διπλό άγγιγμα - όχι πάτημα - του πλήκτρου Home, η οθόνη του iPhone 6 χωρίζεται στα δύο και το πάνω της τμήμα "κατεβαίνει" προς τα κάτω, έτσι ώστε να βρεθεί στην "ακτίνα" του αντίχειρα πολύ περισσότερων χρηστών. Το αν και κατά πόσο αυτή η λειτουργία θα λύσει το πρόβλημα σε καθημερινή βάση, ειδικά στην περίπτωση του iPhone 6 Plus, απομένει ν' αποδειχθεί σε βάθος χρόνου. Πάντως η δυνατότητα πλέον οριζόντιας διάταξης όχι μόνο του εικονικού πληκτρολογίου αλλά και της αρχικής οθόνης (home screen) με τα εικονίδιά της, είναι σαφώς ευπρόσδεκτη.
Όταν όλα έχουν ειπωθεί, και τα δύο iPhone 6 ήταν ακριβώς αυτό που περιμέναμε: μεγαλύτερες σε μέγεθος εκδόσεις ενός κινητού ήδη εμπορικά επιτυχημένου, βελτιωμένες σε μία σειρά από στοιχεία τους, με τίποτε το αληθινά πρωτότυπο ή καινοτομικό να τις χαρακτηρίζει όμως. Το σύστημα ηλεκτρονικών πληρωμών Apple Pay που αξιοποιούν δεν θα αφορά για πολύ καιρό ακόμη την ελληνική αγορά, οπότε δεν μας απασχολεί. Αυτό που μας απασχολεί, αντιθέτως, είναι οι πολύ υψηλές τιμές πώλησης με τις οποίες θα βρουν κατά πάσα πιθανότητα τα δύο νέα iPhone το δρόμο τους στα καταστήματα: αν τηρηθούν οι ίδιες... αναλογίες και επιβαρύνσεις με αυτές που διαπιστώσαμε στην περίπτωση του iPhone 5S, μιλάμε για €729, €839 και €949 για τις εκδόσεις των 16, 64 και 128 GB του "απλού" iPhone 6, καθώς και για €839, €949 και... €1059 για τις αντίστοιχες εκδόσεις του iPhone 6 Plus. Τα ζητούμενα χρήματα είναι πάρα πολλά και έχουμε την αίσθηση ότι ο πλούτος και η γενικότερη υψηλότερη ποιότητα των εφαρμογών στο App Store της Apple δεν μπορεί να δικαιολογήσει πια τόσο μεγάλη διαφορά κόστους με τα αντίστοιχα καλύτερα smartphones που βασίζονται σε Android. Όταν το iPhone 6 κυκλοφορήσει και στη χώρα μας (υπολογίζεται στα μέσα Οκτωβρίου) θα αποφανθούμε σχετικά. Έως τότε...