Σημαντικό ρόλο στον επιτυχημένο τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η σκηνοθεσία στην ταινία Gran Turismo παίζει ο σκηνοθέτης της, ο Neill Blomkamp: αυτός όχι μόνο έχει ιδιαίτερη σχέση με τα video games, αλλά αντιλαμβάνεται ακριβώς τους λόγους για τους οποίους το συγκεκριμένο φιλμ... δεν έπρεπε να θυμίζει σε τίποτε video game. Το "τραχύ", ρεαλιστικό ύφος του παραπέμπει σε άλλου τύπου ταινίες (και ορθώς), παραμένοντας επιπέδου ΑΑΑ ως παραγωγή όσον αφορά στα υπόλοιπα: την κινηματογραφία συνολικά, την φωτογραφία, τον ήχο. Ήταν σημαντικό να γίνει εύκολα αντιληπτό απ' όλους ότι το Gran Turismo δεν το διαχειρίστηκε η Sony Pictures ως... "δευτεράντζα" συγκριτικά με τα άλλα της φιλμ και, αυτό τουλάχιστον, είναι ξεκάθαρο: πρόκειται για blockbuster με όλη την σημασία του όρου.
Ο Blomkamp κατόρθωσε, δε, να ενσωματώσει στην ταινία και υλικό "δανεισμένο" κυριολεκτικά "ως έχει" από το Gran Turismo 7 και να το συνδυάσει με αυτό του φιλμ αριστοτεχνικά. Μπορεί μεν αυτό να έγινε... κατ' εντολή της Sony, ναι, αλλά έτσι προέκυψαν και πολλές "μεταβάσεις" (transitions) σκηνών αληθινά συναρπαστικές, το στυλ των οποίων δεν βρίσκει κανείς συχνά ακόμη και στις ακριβότερες παραγωγές του Hollywood. Είναι, φυσικά, απόδειξη του πόση σημασία είχε δώσει όλα αυτά τα χρόνια η δημιουργός των Gran Turismo, η Polyphony Digital, στον εικαστικό τομέα και την "σκηνοθεσία" των games της, το γεγονός ότι αυτός ο συνδυασμός τόσο διαφορετικών υλικών είναι εφικτός. Αν το GT7 υποστηρίξει κάποια στιγμή στο μέλλον replay σε πλήρη ανάλυση 4Κ ή και 8Κ (μαζί με προσεκτική χρήση των εφέ raytracing) δεν είναι υπερβολή να πει κανείς πως... δεν θα απέχουν ιδιαίτερα από αληθινό κινηματογραφικό υλικό σε ορισμένες περιπτώσεις. Τροφή για σκέψη, όχι;
Το φιλμ έχει αδυναμίες και πέραν του απλοϊκού σεναρίου του, οι οποίες εντοπίζονται κυρίως στις ερμηνείες. Αυτή του Orlando Bloom ως Danny Moore για παράδειγμα (του στελέχους της Nissan που είχε την αρχική ιδέα για την GT Academy) είναι ρηχή και υπερενεργητική ταυτόχρονα, καταλήγοντας να δείχνει ψεύτικη συχνά. Ο Archie Madekwe στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Jann Mardenborough είναι σωστή επιλογή και προσφέρει μερικά πολύ καλά δείγματα, όμως δεν έχει την απαραίτητη υποκριτική γκάμα για να εκφράσει τα συναισθήματα που απαιτούνται από όλες τις σκηνές και το "ειδικό βάρος" ορισμένων. Είναι απόλυτα πειστικός στις περισσότερο "καθημερινές" σκηνές του φιλμ, είτε μόνος είτε με άλλους μα "χαλαρός" υποδυόμενος απλώς νέο της ηλικίας του. Όμως στις έντονες σκηνές δεν αποδίδει το ίδιο άνετα ή αποτελεσματικά.
Οι Gerry Horner και Maeve Courtier-Lilley - η μητέρα του Jann και η σύντροφός του αντίστοιχα - δεν έχουν επαρκή χρόνο στην διάρκεια της ταινίας και, αναπόφευκτα, δεν προκαλούν ιδιαίτερη εντύπωση, θετική ή αρνητική. Η εμπειρία του Djimon Hounsou, από την άλλη, αποδεικνύεται πολύτιμη στον ρόλο του Steve Mardenborough: αν και ο δικός του χρόνος επί της οθόνης είναι περιορισμένος επίσης, κατορθώνει να προσφέρει στις "άβολες" σκηνές πατέρα-γιου την απαραίτητη συναισθηματική φόρτιση ώστε αυτές να αποδώσουν αυτό που πρέπει. Η κορυφαία ερμηνεία του φιλμ, πάντως, ανήκει αναμφίβολα στον David Harbour: ως ο μονόχνωτος βετεράνος Jack Salter διανύει μεγάλη διαδρομή στην διάρκεια του σεναρίου, ξεκινώντας από τον ξεπεσμένο πεσιμιστή μηχανικό ή τον ανυπόφορο εκπαιδευτή και καταλήγοντας στον πολύτιμο συνεργάτη ή την πατρική φιγούρα που ο Jann θα χρειαστεί στις αγωνιστικές πίστες προκειμένου να βρει τον δρόμο του προς την επιτυχία. Η έξοχη ερμηνεία του Harbor είναι αυτή που κρατά "σε συνοχή" την εξέλιξη της ταινίας και δύσκολα θα φανταζόταν κανείς άλλον ηθοποιό στον συγκεκριμένο ρόλο.
Όταν όλα έχουν ειπωθεί - και... όπως ισχύει για οποιοδήποτε άλλο φιλμ στην ουσία - το τί άποψη θα σχηματίσει κανείς παρακολουθώντας την ταινία Gran Turismo εξαρτάται από τις προσδοκίες του. Οι fans των PlayStation και δη οι παίκτες που ακολουθούν την ομώνυμη σειρά των games αυτών για χρόνια πιθανότατα θα την απολαύσουν περισσότερο απ' όλους, παρά το γεγονός ότι όντως δεν στοχεύει πρωτίστως αυτούς αλλά το ευρύτερο κοινό. Είναι όμως οι fans αυτοί που θα ευχαριστηθούν περισσότερο τις σκόπιμες "εσωτερικές" αναφορές στα GT, την δουλειά που έχει γίνει με τα drones για την κάλυψη των αγώνων (με αποτέλεσμα που νόμιζαν πως μόνο σε PlayStation θα έβλεπαν ποτέ) και βέβαια την καταιγιστική, συχνά ωμή δράση που χαρακτηρίζεται από τις εξαιρετικά επικίνδυνες αληθινές κούρσες τετρατρόχων σε απίθανες ταχύτητες.
Οι θεατές του ευρύτερου κινηματογραφικού κοινού θα απολαύσουν επίσης το Gran Turismo ως φιλμ, αρκεί να μην έχουν τις υψηλότερες των απαιτήσεων όσον αφορά στο σενάριο ή στις πιο πολλές ερμηνείες και να εστιάσουν σ' αυτό που η ταινία επιδιώκει να προσφέρει περισσότερο: την ψυχαγωγία. Έτσι κι αλλιώς τα πιο πολλά καλοκαιρινά blockbuster αυτό ακριβώς υπόσχονται, δύο ώρες πάνω απ' όλα διασκέδασης, όχι... ανατροπή των δεδομένων του σύγχρονου σινεμά. Συγκριτικά, δε, με το Uncharted - το οποίο ήταν μάλλον αδιάφορο - το Gran Turismo είναι βήμα προς την σωστή κατεύθυνση για την Sony Pictures. Ανυπομονούμε να το απολαύσουμε ξανά όταν θα ενσωματωθεί κάποια στιγμή στην βιβλιοθήκη ταινιών της συνδρομητικής υπηρεσίας Bravia Core της Sony: ορισμένες σεκάνς αυτού του φιλμ αναμένουμε να είναι υλικό αναφοράς στον οπτικοακουστικό τομέα, ειδικά τώρα που προσφέρεται και ήχος Dolby Atmos. Και περιμένουμε με ενδιαφέρον την επόμενη ταινίας της PlayStation Productions, εννοείται!
Βαθμολογία: 7 αστεράκια