Η συλλογιστική ήταν, ολοφάνερα, σωστή: το πρώτο God of War εμφανίστηκε στις αρχές του 2005 και αναδείχθηκε αμέσως όχι μόνο σε εμπορική επιτυχία για τη Sony, αλλά σε αληθινό φαινόμενο του gaming. Ποτέ η αριστοτεχνικά σκηνοθετημένη, αιματηρή, στυλιζαρισμένη βία δεν ήταν τόσο εντυπωσιακή ή απολαυστική: ο Kratos έγινε το "πρόσωπο του PlayStation" μέσα σε λίγες εβδομάδες. Και δεν έπαψε να είναι έκτοτε.
Δεν είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς το γιατί, ακόμη κι αν διαχωρίσει τα God of War από όλες τις άλλες μορφές της σύγχρονης διασκέδασης: η αστείρευτη ενέργεια, το πάθος και ο θυμός, η υπερβολική βία με τα οποία εκφράζεται ο Kratos είναι όντως συναρπαστικά. Κανένας άλλος χαρακτήρας σε video game του είδους δεν επιτρέπει στον παίκτη να αναλάβει ένα ρόλο τόσο... εξοργιστικά θρασύ: το ρόλο του ανθρώπινης μορφής, μοναχικού πολεμιστή που θα παλέψει με Θεούς και δαίμονες (κυριολεκτικά) και να τους εξοντώσει με τρόπους που καμία ταινία του Hollywood δεν έχει απεικονίσει μέχρι σήμερα.
Με τη βοήθεια του μυθολογικού υπόβαθρου της σειράς (με το οποίο έχουμε και μία ιδιαίτερη σχέση εμείς οι Έλληνες) το Studio Santa Monica της Sony δημιούργησε τον... ορισμό σχεδόν του αλληλεπιδραστικού action flick. Η σειρά ωστόσο δεν θα πετύχαινε ποτέ αν δεν ήταν προσεγμένη σε όλα. Ο τεχνικός τομέας των God of War ήταν πάντα παράδειγμα προς μίμηση για οποιοδήποτε εκάστοτε PlayStation. Η ισορροπία ανάμεσα στις μάχες, τα σκηνοθετημένα τμήματα, τους γρίφους και την εξερεύνηση προσεκτικά μελετημένη. Η μουσική επένδυση και οι διάλογοι ταιριαστά επικοί. Υπερπαραγωγή, με κάθε έννοια του όρου - και όχι μόνο για τα δεδομένα των video games. Με την ευρύτερη.