Μιλώντας για χειρισμό, η Bandai-NAMCO έχει παραμείνει σε αυτόν τον τομέα κοντά στο SoulCalibur II και... πολύ καλά έκανε: όλοι οι βασικοί μηχανισμοί και το γενικότερο στυλ παιχνιδιού έχουν αποτυπωθεί πιστά στο SCVI (το ίδιο ισχύει και για την ταχύτητα στην κίνηση και την γρήγορη εξέλιξη κάθε γύρου στις συγκρούσεις), προσφέροντας σχεδόν... άμεση ψυχαγωγία στους αρχάριους παίκτες αλλά και το γνώριμο πολυεπίπεδο "πεδίο προς εξερεύνηση" στους βετεράνους, οι οποίοι ναι μεν θα ξεκινήσουν να παίζουν άνετα το νέο SC βάσει της υπάρχουσας γνώσης τους, αλλά θα πρέπει να ενσωματώσουν στο οπλοστάσιό τους δύο νέα εργαλεία. Το πρώτο, το Lethal Hit, είναι μία ειδική κίνηση απόκρουσης με αυξημένη ισχύ, η οποία απαιτεί συγκεκριμένο timing και συνθήκες εκτέλεσης - με αντάλλαγμα όμως μία πάρα πολύ ισχυρή κίνηση ή μεγάλο περιθώριο ακολουθίας κινήσεων που κάνουν σημαντική ζημιά στην ενέργεια του αντιπάλου.
Το δεύτερο, το Reversal Edge, εισάγει τον παράγοντα της... τύχης στην εξίσωση: στις περιπτώσεις που συγκρούονται με επακριβές timing τα όπλα δύο μαχητών, και οι δύο εννοούν να ολοκληρώσουν την επίθεση με χτύπημα έστω κι αν δεν είναι εγγυημένο, ο τίτλος παίζει ένα μίνι παιχνίδι... "πέτρα μολύβι χαρτί" - ναι, με τρεις παραμέτρους, χωρίς ψαλίδι - και χαρίζει το επιτυχές χτύπημα στον έναν από τους δύο. O μηχανισμός υποτίθεται πως προσφέρει πιο πολλές πιθανότητες στους αρχάριους παίκτες όταν αντιμετωπίζουν εμπειρότερους, μα στην πράξη δεν είμαστε βέβαιοι πως τούς βοηθά ουσιαστικά. Οι βετεράνοι παίκτες, αντιθέτως, θα αισθανθούν σε πολλές περιπτώσεις ότι η παρουσίαση του Reversal Edge σε slow motion και η είσοδος/έξοδος από το σχετικό animation διαταράσσει την ροή της μάχης.
Αυτό που δεν θα δυσαρεστήσει κανέναν, πάντως, στο SoulCalibur VI είναι ο πλούτος του περιεχομένου και των επιλογών παιχνιδιού που προσφέρονται. Πέρα από τα ευκόλως εννοούμενα - Arcade, Training, Versus Δικτυακά και μη - υπάρχει το Libra of Soul και το Soul Chronicles, και τα δύο ειδικά για τους "μοναχικούς" gamers. Το πρώτο θυμίζει το ιστορικό Edge Master του παρελθόντος, καθώς αναθέτει στον παίκτη πολλές αποστολές σε όλο τον κόσμο, ποσοστό των οποίων μπορεί να ολοκληρωθεί μόνο αν τηρηθούν συγκεκριμένοι όροι στις μάχες αυτών των αποστολών. Το Libra of Soul είναι καλοστημένο, μεν, και προσφέρει πληθώρα bonus, όμως οι πάρα πολλοί διάλογοι και το εκτενές περιγραφικό κείμενο λειτουργούν εις βάρος των συγκρούσεων, πολύ είναι πολύ σύντομες. Αποτέλεσμα: ενασχόληση στην οποία θα επιμείνουν μόνο οι αφοσιωμένοι φίλοι των SoulCalibur τελικά.
Η άλλη επιλογή παιχνιδιού, το Soul Chronicles, θα παιχθεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό αφενός επειδή είναι περισσότερο ενδιαφέρουσα από πλευράς δράσης και "σκηνοθεσίας" (για τους αρχάριους), αφετέρου επειδή επεξηγεί με λεπτομέρεια όλα εκείνα που προαναφέραμε πως είχαν μείνει αδιευκρίνιστα στο SoulCalibur II (για τους βετεράνους). Στα Chronicles αυτά περιλαμβάνεται μία "κεντρική" ιστορία με πρωταγωνιστές πέντε συγκεκριμένους χαρακτήρες, αλλά παράλληλα και 20 "παράλληλες" ιστορίες, μία για κάθε έναν διαθέσιμο μαχητή ξεχωριστά, ειδωμένες από την οπτική γωνία του καθενός. Η παρουσίαση εδώ γίνεται με όμορφα δισδιάστατα σκίτσα και προκαθορισμένες σεκάνς που στηρίζονται στα ίδια τα γραφικά του τίτλου. Με το Libra of Soul και τα Soul Chronicles (συν το Arcade με 21 χαρακτήρες) το SCVI προσφέρει πάνω από 20 ώρες ενασχόλησης στους "μοναχικούς" παίκτες, αποφεύγοντας έτσι το τεράστιο αρχικό λάθος του Street Fighter V.